Οι άνθρωποι

Γεννήθηκε στο Τσεπέλοβο Ζαγορίου. Αφού έμαθε εδώ τα πρώτα γράμματα, σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή. Υπηρέτησε ως δάσκαλος στο χωριό του κι ακολούθως στο Δίκορφο (παλ. Ζωνδήλα) Ζαγορίου, στα Γρεβενά. Στη Ζωνδήλα απέκτησε στενή σχέση με το γιατρό Αλέξανδρο Γεωργίτση και διάβαζαν μαζί ιστορικά βιβλία κι αρχαίους συγγραφείς. Εκείνη την περίοδο ο Αχιλλέας Βάντζιος ασχολιόταν και με τη ζωγραφική.

Το 1903 πήγε στη Μικρά Ασία, στο Ναζλί, όπου υπηρέτησε τα γράμματα από διάφορες θέσεις. Διετέλεσε Σχολάρχης στη Μπουρνόβα Σμύρνης, στην Κόνιτσα και τη Ζωσιμαία Σχολή και Διευθυντής του Ημιγυμνασίου Περγάμου. Δίδασκε στους μαθητές του την αρχαία και τη νέα ελληνική αλλά και τη γαλλική γλώσσα. Το διάστημα 1912-13 δίδαξε στο Ελληνογερμανικό Λύκειο του «Γιαννίκη». Ακολούθως, ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος Καλαφάτης τον διόρισε διευθυντή στο Ημιυμνάσιο της Περγάμου, όπου εκτελούσε και χρέη ιεροκήρυκα εμψυχώνοντας του χριστιανούς με τους ενθουσιώδεις λόγους του. Απέκτησε φήμη και κέρδισε την εκτίμηση των Ελλήνων σε τέτοιο βαθμό που οι Τούρκοι τον θεώρησαν ύποπτο κι επικίνδυνο. Συνελήφθη το 1914 και καταδικάστηκε από το Στρατοδικείο σε εξορία στο Ικόνιο. Με παρέμβαση του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου αφέθηκε ελεύθερος. Το 1914 οι διωγμοί των Ελλήνων ήταν τέτοιοι που τον ανάγκασαν να καταφύγει στα Ιωάννινα μέσω της Μυτιλήνης. Δίδαξε στη Ζωσιμαία Σχολή ως το 1930, όταν και συνταξιοδοτήθηκε. Υπηρέτησε και στην Αστική Σχολή Θηλέων και υπήρξε βοηθός στο γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Μέσης Παιδείας Ηπείρου.

Πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Συλλόγου των Ζαγορισίων στα Ιωάννινα, στον οποίο διετέλεσε Γραμματέας για πολλά χρόνια. Καθοριστική ήταν η συμβολή του στο Πρώτο Πανζαγορισιακό Συνέδριο το οποίο έλαβε χώρα το 1927 στο Σωποτσέλι. Η Ένωση Ζαγορισίων της Αθήνας τον τίμησε το 1957 και τον έχρισε μέλος του Διοικητικού της Συμβουλίου.

Δημοσίευσε μελέτες και άρθρα ιστορικού, αρχαιολογικού και παιδαγωγικού περιεχομένου σε εφημερίδες και περιοδικά της Μικράς Ασίας, της Αθήνας και των Ιωαννίνων. Συγκεκριμένα έγραφε στην «Αμάλθεια» της Σμύρνης, στον «Ξενοφάνη», στην «Αρμονία», στο «Μικρασιατικό Ημερολόγιο» της Ελένης Σβορώνου, στην Επετηρίδα του Ελληνογερμανικού Λυκείου Γιαννίκη. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή έγραψε στην εφημερίδα «Νέα Σμύρνη» και σε Ηπειρωτικές εφημερίδες όπως τα «Ζαγορισιακά Νέα», ο «Ηπειρωτικός Αγών» και η «Πίνδος». Παράλληλα, δημοσίευσε άρθρα του και σε γαλλικές εφημερίδες και το περιοδικό Reforme. Γνώριζε άριστα τους αρχαίους συγγραφείς και τις βιογραφίες όλων των διδασκάλων του Γένους και της Ηπείρου

Ενδεικτικά αναφέρονται οι δημοσιεύσεις του :

Υποθήκαι του Αθαν. Ψαλίδα προς τους διδασκάλουςΗπειρωτική Εστία 1, 4-5 (1952), 507

Οι μεγάλοι ευεργέται του χωριού μου, Ηπειρωτική Εστία 1, 2 (1952), 147-149

 

Βιβλιογραφία

Βαγγελής Κωνσταντίνος, Επιφανείς Τσεπελοβίτες, Αχιλλέας Ν. Βάντζιος (1872 – 1960) – Γεώργιος Αχ. Βάντζιος (1896 – 1982), Εν Τσεπελόβω, 7 (2011) 2 - 4

Θεοδώρου Σάββας, Μνήμη Λογίων του Ζαγορίου του αιώνα που πέρασε, Το Ζαγόρι μας, 261 (2000) 11

Κραψίτης Βασίλης, Λόγιοι της Ηπείρου (1430-1912), Τόμος Α’, Αθήνα, 1979, 112 - 113

Γεννήθηκε στην Καλουτά. Εδώ τελείωσε την εγκύκλια μόρφωσή του. Έφυγε από το χωριό του και μετακόμισε στην Αθήνα, όπου διορίστηκε υπάλληλος στα ΣΠΑΠ.  Υπηρέτησε την πατρίδα του συμβάλλοντας στην ανέγερση του σχολείου το 1992.

Έγραφε στίχους στους οποίους κυριαρχεί η ανθρωπολατρεία, η τοπολατρεία και η φυσιολατρεία. Ανάμεσα στα ποιήματά του αναφέρονται τα «Ειρήνη», «Εις την γενέτειραν», «Ο Γέρος», «Ο Νους», «Η Μάνα», «Η Ζωή», «Η Φύσις», «Το στυλό», «Ανθρωπισμός», «Ο Ψαράς», «Ελπίς», «Η Πικροδάφνη», «Η αγωνία», «Ο Πλάτανος», «Στη γυναίκα», «Ψέμμα και αλήθεια», «Σκέψεις», «Ο Πόνος», «Εξέλιξις», «Εις φιλάργυρον».

Στο ποίημά του «Στην Καλωτά μου» καταγράφει τον πόνο του όταν γύρισε στο χωριό του το 1970 κι αντίκρισε το καμμένο σπίτι του:

Στην Καλωτά μου

Χωριό μου υπερήφανο και χιλιοπονεμένο

που ειν’ τα παλατάκια σου και στέκεις μαραμένο ;

που είν’ τα παλατάκια σου τα χιλιοκαμαρωμένα

που κτίζαν τα παιδάκια σου πούρχονταν απ’ τα ξένα ;

- Τα κάψαν τότε οι Ναζί

με κάμποσα χωριά μαζί.

- …Σωρούς λιθάρια και βαντζιές, τσουκνίδες και χορτάρια

βρήκα από το Σπίτι μου τα μόν’ απομεινάρια.

Και στην αυλή θεόρατη καμάρωνε σκαμνιά

τώρα μόνο το κούτσουρο θυμίζει λησμονιά.

Γύρω στον κήπο στην αυλή πέσανε τα πεζούλια

χαθήκαν οι τριανταφυλλιές, κληματαριές και γιούλια

που κάποτε στα νιάτα μου μ’ εκείνη τραγουδούσα

και είμουνα πανευτυχής και με βιολιά γλεντούσα.

Άκουγα κούκου τη φωνή, γκιώνη το μοιρολόι

τα γίδια με τα κυπριά που μπαίναν στο κατώι

ανάσαινα το άρωμα του καθαρού αέρα

άκουγα με κατάνυξη τσομπάνου τη φλοέρα.

Τώρα τρυπίτσες άνοιξαν στου κήπου εκεί το χώμα

σαύρες, φίδια ποντικοί και άλλα ζούδια ακόμα.

Επόνεσα στην ξενητειά και θα πονώ ακόμα.

Πως θάθελα να κοιμηθώ εις το δικό σου χώμα.

Εκεί στου κήπου μια γωνιά, εκεί σε κάποια άκρη

Να σταματήση ο ΠΟΝΟΣ μου, να σταματήσ’ το ΔΑΚΡΥ…

Βιβλιογραφία

Σακελλαρίδης Θανάσης, Λάζαρος Μάνθου Βαλέκας (1887 – 1976), Η Καλουτά μας 10 (1992) 206 - 208

Ο Κώστας Βαλάνος γεννήθηκε στον Ελαφότοπο Ζαγορίου. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στους Ασπραγγέλους όπου δημιούργησε οικογένεια. Δίδαξε ως ελληνοδιδάσκαλος σε σχολεία του Ζαγορίου και του Πωγωνίου. Ασχολήθηκε από τα εφηβικά του χρόνια με τη λογοτεχνία. Οι στίχοι του είναι επηρεασμένοι από το Δημοτικό τραγούδι και τον Κρυστάλλη. Στο Γιαννιώτικο λεύκωμα του 1913 «Ηπειρωτική Ψυχή» δημοσιεύτηκε και το αφήγημά του «Η φλογέρα που σκοτώνει». Ο Κώστας Βαλάνος πέθανε στους Ασπραγγέλους πριν από τον πόλεμο του ’40.

Παραθέτουμε το κείμενό του «Βρύση του χωριού» :

Η βρύση του χωριού

Σ' ένα πλατάνι φουντωτό, σ' ένα ψηλό πλατάνι,

κάτω 'πο τάσπρα μάρμαρα, κ' από τα χαμοκλάδια

τρέχει μια βρύση δροσερή, τρέχει μια βρύση κρύα

μ' ένα γλυκό και λαγαρό, μ' ένα νερό περίσσιο.

Τριγύρω της απλώνονται κηπάρια μαγεμένα

που πέρνουν απ' τη βρύση τους την ομορφιά, τη χάρη,

το γλέντι, την απόλαυση, τον πλούτο, τη γλυκάδα.

Είναι βασίλισσα αυτή σε μαρμαρένιο θρόνο·

ένα χωριό περίμορφο σκλάβο κρατεί κοντά της,

που κάθε αυγή και δειλινό, βράδυ και μεσημέρι

στα πόδια της τη λατρειά και την αγάπη φέρει.

Είν’ του χωριού η πεταχτή και γελαστή ψυχή σου

με τες χαρές τες άδολες, τ' αθώα της παιγνίδια,

που στολισμένη στέκεται, χειμώνα καλοκαίρι.

Στους πλατανιού τον ίσκιο εκεί, στα κρυσταλλένια της νερά

γίδια, βοσκοί και πρόβατα το μεσημέρι κάνουν.

Κάθε νυχτιά καλοκαιριού φεγγαροφωτισμένη

τ' αηδόνια τα γλυκόλαλα τα κάλλη της υμνάνε.

Βιβλιογραφία

Βαλάνος Κώστας, Η βρύση του Χωριού, Το Ζαγόρι μας 51 (1982), 2

Ο Πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Βακάρος γεννήθηκε στο Βρυσοχώρι Ζαγορίου. Το 1963 χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος στον Ιερό Ναό Γεννήσεως της Θεοτόκου - Παναγούδας Θεσσαλονίκης, όπου και τοποθετήθηκε ως εφημέριος. Το 1969 έφυγε για σπουδές στην Αμερική και όταν επέστρεψε τοποθετήθηκε ως εφημέριος στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης. 

Είναι πτυχιούχος του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς Ιωαννίνων, της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του General Theological (Master's Degree στη Θεολογία) της Νέας Υόρκης των Η.Π.Α., του Ινστιτούτου Θεραπευτικής και Κοινωνικής Παιδαγωγικής του Ψ.Κ.Β.Ε., του Μακεδονικού Ωδείου Θεσσαλονίκης στη βυζαντινή μουσική και Διδάκτωρ Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. Μετεκπαιδεύτηκε στο Τμήμα Μεταπτυχιακών Σπουδών της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. (1966-1968), στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα των Η.Π.Α. στη Φιλοσοφία (1970-1972), στο General Theological Seminary της Νέας Υόρκης στη Λειτουργική Θεολογία και Ομιλητική (1972-1974).

Υπηρέτησε ως Καθηγητής της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (1976-1978), διετέλεσε Διευθυντής αναγνωρισμένων Ελληνορθόδοξων σχολείων της Αμερικής (1970-1976) και από το 1990 μέχρι 30 Ιουνίου 2005 διετέλεσε Διευθυντής της Ανωτέρας Εκκλησιαστικής Σχολής Θεσσαλονίκης. Υπηρέτησε στη θέση του προεδρεύοντος του Θεαγενείου Αντικαρκινικού Ινστιτούτου και από το 1978 ο Παναγιότατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμων Β τον τοποθέτησε στη θέση του Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου της Ι.Μ.Θ., στη θέση του Αρχισυντάκτη του περιοδικού της Μητροπόλεως «Γρηγόριος ο Παλαμάς» (Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών) και στη θέση του Διευθυντή της Σχολής Γονέων και Κηδεμόνων της Ι.Μ.Θ., θέσεις τις οποίες κατείχε μέχρι την 1η Ιουνίου 2001. 

Συνέγραψε βιβλία, μελέτες και άρθρα που δημοσιεύτηκαν αυτοτελώς, καθώς και σε περιοδικά και εφημερίδες της Ελλάδος και της Αμερική

Έργο του είναι το :

Την διακονίαν σου πληροφόρησον, Αγιολογικά, πατερικά, Θεσσαλονίκη, Εκδ. Μυγδονία, 2007

Γεννήθηκε στο Κουκούλι Ζαγορίου. Έζησε τα παιδικά του χρόνια μέσα στις τεράστιες δυσκολίες της Κατοχής και του Εμφυλίου. Μετά το τέλος του Εμφυλίου σπούδασε στο Διδασκαλείο της Βελλάς, από όπου αποφοίτησε το 1960. Εξακολούθησε τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης.

Έπειτα, υπηρέτησε ως δάσκαλος σε διάφορα δυσπρόσιτα μέρη κερδίζοντας την εκτίμηση των μαθητών του.

Ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση και συμμετείχε στην Τοπική Αυτοδιοίκηση αλλά και σε κομματικούς χώρους. Συνταξιοδοτήθηκε το 1997 και ασχολήθηκε περισσότερο με τη λογοτεχνία και τη λαογραφία. Εστίασε στην πορεία του χωριού του και της ευρύτερη περιοχής στο χρόνο.

Άρχισε να γράφει στίχους και διηγήματα από τα παιδικά του χρόνια. Ο ίδιος περιγράφει την τάση του αυτή με τα ακόλουθα λόγια :

«Μεσ’ απ’ τους στίχους προσπάθησα να μιλήσω για τα μικρά και τα μεγάλα, για την πορεία της χώρας μας και των ανθρώπων μέσα στο χρόνο, για τα όνειρα και τις ελπίδες που διαψεύστηκαν, για τον αγώνα, για τη ζωή που δεν έζησαν».

Παράλληλα, ασχολήθηκε με την έμμετρη μεταφορά στην Νεοελληνική Γλώσσα τραγωδιών των μεγάλων τραγικών, όπως του Αισχύλου (Ορέστεια), του Ευριπίδη (Ηλέκτρα – Ορέστης – Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων) και του Σοφοκλή (Ηλέκτρα).

Πολλά ποιήματά του δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες. Κάποια συμπεριλήφθηκαν σε μια συλλογή ποιημάτων που εκδόθηκε με τον τίτλο «Ποιήματα».

Από τη συλλογή αυτή παρατίθεται το ποίημά του «Η Παιδόπολη» καθώς και το «Γυναίκες της Πίνδου» :

Η Παιδόπολη

Από το «έπος» του 46-50…

Κάθε νύχτα οι κραυγές των ετοιμοθάνατων,

γύρω μας οι σκιές των νεκρών,

στο διπλανό πάρκο οι κραυγές της ηδονής

κι εμείς χαμένοι σ’ ένα κόσμο παράξενο,

χωρίς νόημα, σ’ ένα σπίτι άγνωστο

χωρίς περιεχόμενο,

ξεριζωμένοι, πριν βλαστήσουμε

στο χώμα που μας γέννησε

μακριά απ’ τα βουνά μας, τον ήλιο μας,

το κελάρισμα της πηγής,

το πρωϊνό ξύπνημα τ’ αηδονιού

τον αέρα της λευτεριάς.

Ένας κόσμος γεμάτος μάτια παιδιών

που κοιτούσαμε παράξενα

που μιλούσαμε παράξενα.

Οι μορφές των ανθρώπων ψεύτικες προσωπίδες μυκηναϊκής εποχής

με το χαρακτηριστικό χαμόγελο.

Οι φωνές των ανθρώπων ψεύτικες

μιλούσαν για ανύπαρκτη συμπάθεια,

για θρησκεία, πατρίδα, οικογένεια.

Πόσο παράξενα χτυπούσαν στ’ αυτιά μας.

Θρησκεία

Η αγάπη, η θυσία, το αίμα,

μιας δεκάρας πράμα

η ζωή που ξευτελίζονταν

στ’ όνομα του εσταυρωμένου.

Πατρίδα!

Απέραντος ιππόδρομος η Ελλάδα

κι εμείς σφαζόμασταν

κάτω από τα βλέμματα «του Καίσαρος»

και τα χειροκροτήματα των πραιτόρων.

Οικογένεια!

Κάθε καρδιά μάνας κι ένας σταυρός, ένας τάφος.

Δίπλα μας πέθαινε ο Φώτης.

Ήταν ένα χλωμό παιδί

μιλούσε με μια φωνή

που μόνο εμείς καταλαβαίναμε,

για τη μάνα που δε γνώρισε

για τους φίλους που δε θα ξαναδεί

για το νερό της ρεματιάς,

τα καραβάκια που ταξίδευαν τα όνειρά του

για τη φωλιά του χελιδονιού στην εξώπορτα

με τον ερχομό της Άνοιξης.

Ακούγαμε την ανάσα του να βγαίνει βαριά απ’ το μικρό του

στήθος. Βλέπαμε τα μάτια του

δυο πελώρια μαύρα μάτια,

να ψάχνουν, να ψάχνουν,

πέρα στην ανατολή, πίσω από τα σύννεφα τα φώτα του ήλιου.

Κι έσβησε σαν το μικρό λυχνάρι

μόνος στο διπλανό θάλαμο,

ενώ έξω χτυπούσαν τα τύμπανα

για νίκες, για ηρωισμούς

κι ο Καίσαρ κι οι πραιτοριανοί στεφανώνονταν

και μοίραζαν στο λαό άρτο και θεάματα.

Γυναίκες της Πίνδου

Μορφές λιπόσαρκες

σαν τις κορφές της Πίνδου, φαγωμένες απ’ το δρολάπι.

Η φλόγα της ματιάς σας

βαθιά κι’ απόκοσμη, σημαδεύει την πορεία του κόσμου.

Ολόρθες στο βάρος της μοίρας,

στην αγωνία του αύριο,

στη μοναξιά της νύχτας της αφέγγαρης.

Έτοιμες για το δρόμο της θυσίας,

εκεί που σμίγει η ζωή κι’ ο θάνατος στο έσχατο σημείο της ύπαρξης.

Βιβλιογραφία

Τζιόβας Φρίξος, Κατάλογος Συγγραφέων Περιοχής Ζαγορίου. (Από τον Μεθόδιο Ανθρακίτη έως σήμερα), Γιάννινα, Εκδ. Το Ζαγόρι μας, 1990, 7

Ο Γιάννης Βακάμης γεννήθηκε στο Κουκούλι του Ζαγορίου. Ήταν υπότροφος της Ριζαρείου και μετέπειτα φοίτησε στη Βελλά και έγινε δάσκαλος. Δίδαξε για δώδεκα χρόνια στην Ποταμιά Ξάνθης, ένα χωριό πάμφτωχο, προσπαθώντας να βοηθήσει με κάθε τρόπο όλα τα παιδιά του σχολείου αλλά και όλο το χωριό. Μετά επικεντρώθηκε στο να υπηρετήσει την πατρίδα του. Έτσι, συμμετείχε στην πολιτική ζωή του τόπου του αγωνιζόμενος για την κοινότητα και τον μετέπειτα Δήμο. Επί δέκα χρόνια διετέλεσε Πρόεδρος της αδελφότητας Κουκουλιωτών «Ευγένιος Πλακίδας». Οργάνωσε το γραφείο, έκανε έκθεση φωτογραφίας, βιβλιοθήκη και συλλογή βοτάνων. Εστίασε τις προσπάθειές του στη διάσωση του παρελθόντος της πατρίδας του.

Έχει γράψει την εργασία «Η καθημερινότητα στο χωριό μου το Κουκούλι και στο Ζαγόρι γενικότερα» στα χρόνια 1850-1950 περίπου» καθώς και το «Εποπτικά και οπτικοακουστικά όργανα στη διδακτική πράξη», που εκδόθηκε στη Βέροια το 1984. Αποσπάσματα από το έργο του βρίσκονται στην ιστοσελίδα του στο διαδίκτυο :

http://vakamis.blogspot.gr/2012/03/1850-1950-1.html

Εκεί γράφει μεταξύ άλλων και το σκοπό του έργου του :

«σκοπός της εργασίας μου είναι να σώσω έστω και λίγα, από τη ζωή στο χωριό μου τη ζωή πριν από το χίλια οχτακόσια πενήντα και όσο πιο παλιά μπορέσω. Ακόμη σκοπός της είναι να  γίνει ένα κίνητρο ώστε και άλλοι να θελήσουν να γράψουν την καθημερινότητα στο χωριό τους στην περιοχή τους, τη ζωή στις  διάφορες  εθνότητες. Να γίνει αν είναι δυνατόν κίνητρο  και άλλοι ερευνητές, καθηγητές, φοιτητές μαθητές δάσκαλοι να ξεκινήσουν να γράψουν την καθημερινότητα του τόπου τους. Τότε θα βγουν μοναδικά συμπεράσματα, χωρίς σκοπιμότητες εθνικιστικές πολιτικές, κοινωνικές, να γραφτεί η πραγματική ιστορία όλης της πατρίδας μας. Αυτό θα γίνει αν αναλάβουν αυτή την εργασία κάποια μεγάλα πνευματικά ιδρύματα, όπως τα Πανεπιστήμια ή άλλοι πνευματικοί φορείς.
Τα συμπεράσματα αυτά θα είναι πολύτιμα για όλους μας».

Βιβλιογραφία

Τζιόβας Φρίξος, Κατάλογος Συγγραφέων Περιοχής Ζαγορίου. (Από τον Μεθόδιο Ανθρακίτη έως σήμερα), Γιάννινα, Εκδ. Το Ζαγόρι μας, 1990, 7

> ��ls��f�gal style='text-align:justify;text-indent:1.0cm;line-height: 150%'>Ο Λευτέρης με την ομάδα του θα έμενε εκεί και με το Σεντ – Ετιέν του θα υποστήριζε όσο μπορούσε καλύτερα την προσπάθειά μας. Όλοι οι άλλοι θα προχωρούσαμε με όλα τα προφυλακτικά μέτρα, όσο μπορούσαμε πιο κοντά στις υποτιθέμενες θέσεις των Ιταλών.

Αφού ενημερώθηκαν όλοι οι στρατιώτες μας από τους βαθμοφόρους τους, ξεκινήσαμε».

Βιβλιογραφία

Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Χρ., Η μάχη της Καψάλας. 14 Νοεμβρίου 1940 (Απόσπασμα από το βιβλίο : «Πορεία Γενναίων»), Αθήναι 1992, 15

gn:just �tx��f�g27.0pt;line-height: 150%'>  κ������f�g�υτός αμέσως, "μη κά­νεις έτσι καημένε, μην απελπίζεσαι, κατέβασε το γουλιά γουλιά και θα ιδείς πως θα κατεβεί". Κάνω όπως μου είπε, άρχισα να πίνω και να 'μαι ζωνταντός όπως με βλέπεις.

Βιβλιογραφία

Αποστολίδης Πέτρος, Όσα Θυμάμαι 1900-1969, Α’ Γκάρνιζον Ουσιάκ 1922-1923, Αθήνα, Εκδ. Κέδρος, 1981, 60-61

Θεοδώρου Σάββας, Μνήμη Λογίων του Ζαγορίου του αιώνα που πέρασε, Το Ζαγόρι μας, 261 (2000) 11

Σακελλαρίδης Θανάσης, Πέτρος Αποστολίδης (1896 – 1988), Η Καλουτά μας 10 (1992) 209 - 211

Σακελλαρίδης Θανάσης, Πνευματικοί άνθρωποι του χωριού μη επιζώντες. Λογοτέχνες – Δημοσιογράφοι – Συγγραφείς, Η Καλουτά μας 10 (1992) 209 – 211

Τζιόβας Φρίξος, Κατάλογος Συγγραφέων Περιοχής Ζαγορίου. (Από τον Μεθόδιο Ανθρακίτη έως σήμερα), Γιάννινα, Εκδ. Το Ζαγόρι μας, 1990, 7

Τσέτσης Χρήστος, Οι Ηπειρώτες, άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, Γιάννινα, Εκδ. Τυποεκδοτική Ηπείρου ΕΠΕ, 2003, 30-31

Η Πετρούλα Βαζιάκα γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Ιωάννινα. Η καταγωγή της είναι από τον Ανθρακίτη ένα χωριό του Ανατολικού Ζαγορίου Ιωαννίνων. Αν και μεγάλωσε στα Ιωάννινα, με το χωριό της τη συνδέουν πολλές αναμνήσεις, από την εποχή των παιδικών της χρόνων έως και σήμερα και μια άσβεστη αγάπη γι’ αυτό. Είναι πτυχιούχος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και διπλωματούχος μετεκπαίδευσης στη Γενική Αγωγή με ειδίκευση στην Ιστορία.

Το άρθρο της με τίτλο «Τα στερεότυπα για το ρόλο της γυναίκας όπως αυτός προβάλεται από τα κλασσικά παραμύθια» έχει δημοσιευθεί στην επιστημονική επετηρίδα διδασκαλείου του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Έχει εκδώσει το βιβλίο «Ο Ανθρακίτης Ζαγορίου και το Δημοτικό Τραγούδι».

Βιβλιογραφία

Βαζιάκα Πετρούλα Χρ., Ο Ανθρακίτης Ζαγορίου και το Δημοτικό Τραγούδι, Ιωάννινα 2006

Ο Αχιλλέας Βαγενάς καταγόταν, σύμφωνα με τον Χρήστο Τσέτση, από το Ζαγόρι. Μόλις ολοκλήρωσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση σπούδασε στο Βέλγιο οικονομικές επι­στήμες. Ταξίδευσε στη Γαλλία, την Αγγλία, την Ολλανδία, την Ισπανία και την Ιταλία. Μαθήτευσε κοντά στο Βέλγο κρι­τικό Λ. Ντεμπαντύ και υπήρξε συνεργάτης του πε­ριοδικού του REBY ΣΙΝΣΕΡ. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά διώχθηκε και συ­νελήφθη από τους Βουλγάρους για τη δράση του. Ωστόσο, κατόρθωσε να δραπετεύσει και να λάβει στη συνέχεια μέρος στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Υπήρξε για ένα διάστημα Νομάρχης Δράμας.

Στο διάστημα 1922-1936 δημοσίευσε μελέτες και άρθρα για οικο­νομικά, κοινωνιολογικά και φιλολογικά ζητήματα σε ελληνικές και ξένες εφημερίδες και περιοδικά με διάφορα ψευδώνυμα. Μετέφρασε 15 θεατρικά έργα και 3 μυθιστορήματα στη γαλλική, αγγλική και ιταλική γλώσσα. Το 1932 δημοσιεύτηκε στα γαλλικά κριτική μελέτη με τίτλο «Γεώργιος Φιλανθίδης, ένας μεγάλος Έλλην ποιητής». Ασχολήθηκε, επίσης, με τη ζωγραφική και τη γλυπτική.

Βιβλιογραφία

Τσέτσης Χρήστος, Οι Ηπειρώτες, άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, Γιάννινα, Εκδ. Τυποεκδοτική Ηπείρου ΕΠΕ, 2003, 38

Γεννήθηκε στο Πάπιγκο Ζαγορίου. Αποφοίτησε από το διδασκαλείο Ιωαννίνων το έτος 1934. Εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ως έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πεζικού το 1935-36. Διορίστηκε δάσκαλος στον Ψηλόβραχο Αιτωλοακαρνανίας το έτος 1937. Τον Μάιο του 1939 με την κατάληψη της Αλβανίας από τους Ιταλούς υπηρέτησε στην Προκάλυψη του VIII Συνοριακού Τομέα - Υποτομέας Κονίτσης. Τον Αύγουστο του 1940 υπηρέτησε στο Ανεξάρτητο Τάγμα Προκαλύψεως Κονίτσης και εν συνεχεία έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Τάγματος με την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου 1940-41 ως διμοιρίτης.

Το 1942 εντάχθηκε στην Εθνική Αντίσταση μέχρι το 1944 στις αντιστασιακές Οργανώσεις του Νομού Αιτωλοακαρνανίας. Το 1947 υπηρέτησε στο 625 Τάγμα Πεζικού της VIII Μεραρχίας και το ίδιο έτος έλαβε προαγωγή σε υπολοχαγό. Το 1948 παρακολούθησε μαθήματα ναρκαλιείας σε λόχο μηχανικού και ήταν επικεφαλής της διμοιρίας σκαπανέων του Τάγματος. Τον Φεβρουάριο του 1949 τραυματίστηκε και το 1950 εκρίθη ανίκανος και μετατάχθηκε στην Πολεμική Διαθεσιμότητα. Φέρει το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη Πολεμικής Διαθεσιμότητας. Έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις τόσον κατά για την υπηρεσία του στο στρατό όσο και ως δημόσιος υπάλληλος. Είναι έγγαμος και έχει δυο παιδιά.

Έγραψε τα βιβλία :

Πορεία γενναίων

Βίγλα – Πόρτες – Πάπιγκο (Μια «Ειρηνική» Αποστολή καταμεσής του πολέμου και άλλα συναφή), Αθήνα 1994

Από το «Πορεία γενναίων» παρατίθεται ένα μικρό απόσπασμα :

«Με μεγάλη προφύλαξη προχωρήσαμε και ύστερα από λίγη ώρα βρεθήκαμε σ’ ένα πραγματικό παρατηρητήριο.

Ο στρατιώτης οδηγός μας σταμάτησε, και δείχνοντας με το χέρι του – όπως έτυχε να βαδίζω κοντά του, μου είπε επί λέξει :

$1-    Εκεί ήταν κ. Ανθυπολοχαγέ χθες οι Ιταλοί.

Ήταν μια απόσταση όχι μεγαλύτερη από 700 με 800 μέτρα.

Με τα νοήματα σταματήσαμε όπου βρίσκονταν ο καθένας, γιατί ήταν φόβος, εάν ανεβαίναμε όλοι στην κορυφή να δώσουμε στόχο.

Δώσαμε αμέσως οδηγίες να μην κινούνται, και λίγο πιο πέρα οι τρεις μας, ο Λευτέρης των πολυβόλων, ο Επιλοχίας κι εγώ, βάλαμε τα σχέδια.

Ο Λευτέρης με την ομάδα του θα έμενε εκεί και με το Σεντ – Ετιέν του θα υποστήριζε όσο μπορούσε καλύτερα την προσπάθειά μας. Όλοι οι άλλοι θα προχωρούσαμε με όλα τα προφυλακτικά μέτρα, όσο μπορούσαμε πιο κοντά στις υποτιθέμενες θέσεις των Ιταλών.

Αφού ενημερώθηκαν όλοι οι στρατιώτες μας από τους βαθμοφόρους τους, ξεκινήσαμε».

Βιβλιογραφία

Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Χρ., Η μάχη της Καψάλας. 14 Νοεμβρίου 1940 (Απόσπασμα από το βιβλίο : «Πορεία Γενναίων»), Αθήναι 1992, 15

gn:just �tx��f�g27.0pt;line-height: 150%'>  κ������f�g�υτός αμέσως, "μη κά­νεις έτσι καημένε, μην απελπίζεσαι, κατέβασε το γουλιά γουλιά και θα ιδείς πως θα κατεβεί". Κάνω όπως μου είπε, άρχισα να πίνω και να 'μαι ζωνταντός όπως με βλέπεις.

Βιβλιογραφία

Αποστολίδης Πέτρος, Όσα Θυμάμαι 1900-1969, Α’ Γκάρνιζον Ουσιάκ 1922-1923, Αθήνα, Εκδ. Κέδρος, 1981, 60-61

Θεοδώρου Σάββας, Μνήμη Λογίων του Ζαγορίου του αιώνα που πέρασε, Το Ζαγόρι μας, 261 (2000) 11

Σακελλαρίδης Θανάσης, Πέτρος Αποστολίδης (1896 – 1988), Η Καλουτά μας 10 (1992) 209 - 211

Σακελλαρίδης Θανάσης, Πνευματικοί άνθρωποι του χωριού μη επιζώντες. Λογοτέχνες – Δημοσιογράφοι – Συγγραφείς, Η Καλουτά μας 10 (1992) 209 – 211

Τζιόβας Φρίξος, Κατάλογος Συγγραφέων Περιοχής Ζαγορίου. (Από τον Μεθόδιο Ανθρακίτη έως σήμερα), Γιάννινα, Εκδ. Το Ζαγόρι μας, 1990, 7

Τσέτσης Χρήστος, Οι Ηπειρώτες, άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, Γιάννινα, Εκδ. Τυποεκδοτική Ηπείρου ΕΠΕ, 2003, 30-31

Γεννήθηκε στο Τούρνο — Σεβερίνο της Ρουμανίας, αλλά οι γονείς του Χρήστος και Βασιλική κατάγον­ταν από το Πάπιγκο. Ο πατέρας του ήταν γνώστης της Ελληνικής, Λατινικής, Γερμανικής και της σανσκριτικής γλώσσας. Ο Οδυσσέας τε­λείωσε το Ελληνικό και Γερμανικό Δημοτικό Σχολείο στο Τούρνο — Σεβερίνο και το Ρουμανικό Λύκειο στο TRAIAN της Ρουμανίας. Συνέχισε τις σπουδές του στο Τμήμα Μαθηματικών, αλλά έγινε γιατρός. Μάλιστα, το 1920 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Ιατρικής. Παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, ψυχολογίας και παιδαγω­γικής. Έλαβε το δίπλωμα του Καθηγητή Υγιεινής. Ασχολήθηκε με την Αεροναυτική Ιατρική και την Ιστοριογραφία. Έγινε επιμελητής στην έδρα της Ιστορίας της Ιατρικής της Σχολής KLUJ και μέλος της Εταιρείας Ιστορίας της Ιατρικής του Βουκουρεστίου και της Διεθνούς Εταιρείας της Ιστορίας της Ιατρι­κής Παρισίων. Η Ρουμανική Εταιρία της Ι­στορίας της Ιατρικής, εκτιμώντας τη μόρφωση και τη συμβολή του στους τομείς της ιατρικής και της ιστοριογραφίας, τον τίμησε το 1975.

Έλαβε μέρος σε διεθνή συνέδρια Ιστορίας της Ιατρικής. Άφησε ένα πλούσιο έργο στο οποίο ξεχωρίζει η διατριβή του με θέμα: «Η Ιατρική παρά τω Ομήρω». Εκπόνησε περισσότερες από 90 εργασίες Ιστορίας της Ιατρικής ασχολούμενος με θέματα όπως οι γνώσεις για την Ιατρική στον Όμηρο, στον Ιπποκράτη, στη Βυζαντινή εποχή. Επίσης, έγραψε περισσότερες από 60 εργασίες για προ­βλήματα Αεροναυτικής.

Βιβλιογραφία

Ι.Γ.Π, Οδυσσεύς Αποστόλου (εκ Παπίγκου) (26 Μαρτίου 1895 - Ιανουαρίου 1980), Το Ζαγόρι μας, 24 (1980) 14

Γεννήθηκε το 1928 στην Καλουτά. Ξεκίνησε να παίζει βιολί από πολύ μικρή ηλικία στο Ωδείο Ιωαννίνων με την Όλγα Μέντζου. Από το 1942 μέχρι το 1944 μελέτησε και Μουσική Δωματίου με την Νίνα Μαρούφωφ, πιανίστα και διευθύντρια του Ωδείου Ιωαννίνων. Ακολούθως, σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών στην τάξη του Γ. Λυκούδη από το 1948 έως το 1954 (πήρε το δίπλωμά του με α΄ βραβείο).

Το 1952 ίδρυσε το «Ελλη­νικό Κουαρτέτο Γ. Δυκούδης» (Αποστολίδης – Καγκελάρη - Βατικιώτης - Κατσικάκης), που εμφανίστηκε στην Ελλάδα και το εξωτερικό μέχρι το 1992.

Συνέχισε με κρατική υποτροφία τις σπουδές του με τον παιδαγωγό Ζορζ και τον διάσημο βιολονίστα Χένρικ Σέρινγκ στο Παρίσι και στη Διεθνή Ακαδημία της Νίκαιας, όπου βραβεύτηκε με το πρώτο βραβείο της Ακαδημίας (1960). Επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε στη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ και την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Παράλληλα, έκανε εμφανίσεις με το «Ελληνικό Κουαρτέτο» που ίδρυσε και ως σολίστ στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Γαλλία, Ρουμανία, Γερμανία, Βουλγαρία, Γιουγκοσλαβία, Ουγγαρία, Περσία, Τουρκία, Αίγυπτο, Αγγλία). Το 1978 ανέλαβε την Ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών, την οποία μετέτρεψε από μικρό σύνολο εγχόρδων σε πλήρη συμφωνική ορχήστρα. Ίδρυσε τη Μικρή Ορχήστρα Εγχόρδων και διηύθυνε την Ελληνική Καμεράτα, το σύνολο «Μαρσίας», την Ορχήστρα των Χρωμάτων, τη Συμφωνική Ορχήστρα ΕΡΤ και την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, ενώ είχε στο ενεργητικό του πολλές ηχογραφήσεις και οκτώ δίσκους. Παρουσίασε σε A' εκτέλεση πολλά ελληνικά και ξένα έργα για βιολί (Becker, Milhaud, Καρυωτάκη, Γ. Α. Παπαϊωάννου, Σισιλιάνου, Δραγατάκη, Σκαλκώτα κ.ά.). Μεταξύ άλλων, παρουσίασε και τα «Κοντσέρτα για βιολί και ορχήστρα» των Δ. Δραγατάκη, Γ. Α. Παπαϊωάννου κ.ά. Εξίσου σημαντική είναι και η εκπαιδευτική του δραστηριότητα, καθώς δίδαξε στο Ωδείο Αθηνών από το 1955 μέχρι το 2003. Το 2006 του απονεμήθηκε το Ελληνικό Βραβείο Μουσικής, το οποίο έχει θεσπιστεί από το Εθνικό Συμβούλιο Μουσικής για την προσφορά του στην ελληνική μουσική.

Το 2001 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Δεκαπέντε ιστορίες και μια βόλτα με ποδήλατο» από τις εκδόσεις Κέδρος. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα :

«Οβίδες   σφυρίζουν,   χτυπάνε   τους   λόφους, το Υδραγωγείο, τον περιφερειακό της λίμνης, πέφτουν μέσα της, παφλασμός, το πυρωμένο σίδερο σβήνει στο νερό. Ο Σίλας ξυπνάει. Έξω ακούγεται η ερημιά, ποτίζουν τους κήπους. Πέρα, οι ξένοι στρατιώτες πάνε γυμνάσια – ο άνεμος παίρνει τα εμβατήρια. Ανηφορίζει τη Σαμουήλ, περνάει κάτω από το θολωτό σπίτι, χτισμένο σαν γέφυρα. Το πρωινό έχει τη γεύση της ομίχλης, σιγά σιγά το γυρίζει σε νοτιά, έρχεται βροχή. Πιο πάνω, το παγώνι του Ράδου κρώζει πίσω απ’ τις σιδεριές. Στο λόφο της Δεξαμενής λόχμες για τους ερωτευμένους και τα φίδια, μακριά στρωμένη η πεδιάδα, τα πρώτα χτίσματα, ο κήπος της θείας Ρωξάνης. Ο στενός δρόμος βγάζει στην Αγία Μαρίνα της μητέρας το χαμομήλι γλιστράει μέχρι τις ανοιχτές θύρες. Μέσα ψάλλουν τον όρθρο – λιγοστοί πιστοί φτιάχνουν Θεό. Στο ραφείο του Παπανικολάου ο γλόμπος αιωρείται πάνω απ’ το φθαρμένο πάγκο. Απέναντι, το ψηλό σπίτι με τις αδελφές, στη στροφή το Ωδείο. Η Λιούμπα θα κοιμάται ακόμη. Για ν’ αποφύγει τη λάσπη της αγοράς, ο Σίλας μπαίνει στα Εβραίικα, βαδίζει σύρριζα στο Κάστρο, για το μόλο. Η λίμνη. Ανατριχιάζει ως πέρα. Την κοιτάζει. Ακίνητος. Το βουνό ανεβαίνει με χίλια βάσανα, το χωριό καίγεται ακόμα. Τηλεγραφόξυλα στη σειρά τρέχουν έξω από την πόλη, τα σύρματα μεταφέρουν τη γραμμή της Κεντρικής Επιτροπής κάτω από τα νευρικά ποδαράκια των πουλιών. Δίπλα, το μπορντέλο με τους χρωματιστούς τοίχους και τα στολίδια των παλιών μαστόρων. Εδώ τον περιμένει ο Σύνδεσμος – στην κεφαλή του βαρύ φωτοστέφανο η μετώπη της πρόσοψης. «Φεύγω για πάνω», λέει. «Τα πράματα δυσκολεύουν, πρόσεχε την οργάνωση της εβδόμης.» Δεν τον ξαναείδε. Τον έπιασαν στα φυλάκια της εξόδου, τον κρέμασαν το ίδιο πρωί, στο προαύλιο της Γενικής Διοίκησης. Ύστερα, η λεύκα λικνιζόταν από τον αέρα»

Βιβλιογραφία

Τσέτσης Χρήστος, Οι Ηπειρώτες, άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, Γιάννινα, Εκδ. Τυποεκδοτική Ηπείρου ΕΠΕ, 2003, 31-32

κ������f�g�υτός αμέσως, "μη κά­νεις έτσι καημένε, μην απελπίζεσαι, κατέβασε το γουλιά γουλιά και θα ιδείς πως θα κατεβεί". Κάνω όπως μου είπε, άρχισα να πίνω και να 'μαι ζωνταντός όπως με βλέπεις.

Βιβλιογραφία

Αποστολίδης Πέτρος, Όσα Θυμάμαι 1900-1969, Α’ Γκάρνιζον Ουσιάκ 1922-1923, Αθήνα, Εκδ. Κέδρος, 1981, 60-61

Θεοδώρου Σάββας, Μνήμη Λογίων του Ζαγορίου του αιώνα που πέρασε, Το Ζαγόρι μας, 261 (2000) 11

Σακελλαρίδης Θανάσης, Πέτρος Αποστολίδης (1896 – 1988), Η Καλουτά μας 10 (1992) 209 - 211

Σακελλαρίδης Θανάσης, Πνευματικοί άνθρωποι του χωριού μη επιζώντες. Λογοτέχνες – Δημοσιογράφοι – Συγγραφείς, Η Καλουτά μας 10 (1992) 209 – 211

Τζιόβας Φρίξος, Κατάλογος Συγγραφέων Περιοχής Ζαγορίου. (Από τον Μεθόδιο Ανθρακίτη έως σήμερα), Γιάννινα, Εκδ. Το Ζαγόρι μας, 1990, 7

Τσέτσης Χρήστος, Οι Ηπειρώτες, άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, Γιάννινα, Εκδ. Τυποεκδοτική Ηπείρου ΕΠΕ, 2003, 30-31