ΚΑΨΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ. (1954 - )
Γεννήθηκε στην Αγία Μαρίνα Θεσπρωτίας αλλά κατάγεται από τη Λάιστα Ζαγορίου. Πέρασε τα καλοκαίρια του, μέχρι την ηλικία των δώδεκα ετών, στα κονάκια της στάνης των Σαρακατσαναίων στην Τσιούκα της Λάιστας. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο στη Μακρυχώρα Ηγουμενίτσας και το Γυμνάσιο στην Ηγουμενίτσα. Σπούδασε με υποτροφία για έναν χρόνο στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων και την επόμενη χρονιά εισήχθη με εξετάσεις στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μετεγγράφη στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή το έτος 1977. Ακολούθησαν μεταπτυχιακές σπουδές, με υποτροφία, στο Πανεπιστήμιο Μπόχουμ της Γερμανίας, όπου το έτος 1982 απέκτησε το Διδακτορικό του Δίπλωμα.
Μετά τη στρατιωτική του θητεία εργάστηκε ως Ειδικός Επιστήμονας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και το έτος 1987 ορκίστηκε ως Λέκτορας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Το έτος 1998 εξελέγη Καθηγητής του ιδίου Τμήματος, στο οποίο υπηρετεί μέχρι σήμερα. Διετέλεσε για τέσσερα χρόνια Πρόεδρος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης και για έξι χρόνια Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Από το Ακαδ. Έτος 2010-11 είναι Αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Εκτός από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων δίδαξε σε Πανεπιστήμια της Γερμανίας, στην Κύπρο και την Αλβανία. Επίσης, έχει διοργανώσει τρία επιστημονικά Συνέδρια, ενώ έχει πραγματοποιήσει πολλές διαλέξεις και εισηγήσεις σε συνέδρια και εκδηλώσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ο Γεώργιος Δ. Καψάλης διαθέτει ένα πλούσιο συγγραφικό έργο, από το οποίο στη συνέχεια αναφέρονται μόνο οι αυτοτελείς μελέτες, αφού προηγηθούν σύντομα αποσπάσματα από τα λογοτεχνικά του βιβλία.
Tα Παιδιά των Πεύκων, Εκδ. Τυπωθήτω, Aθήνα 20083, σ. 48.
«Η λέξη αναχώρηση που συνδέεται με το χωρισμό είναι από τη φύση της σκληρή και δύσκολη. Η αναχώρηση για τις σκιές και το σκοτάδι της νύχτας είναι ακόμη πιο βασανιστική. Μένουν τα ίδια τα ζωντανά για συντροφιά, μένουν τα σκυλιά με τα γαβγίσματα, πολλές φορές έντονα και διαπεραστικά. Μένουν οι φωνές των τσομπαναραίων που και αυτές από την ένταση προσεγγίζουν τον χαρακτήρα της κραυγής. Αμφιβάλλω αν μένει καιρός να σκεφτεί κανείς. Να σκεφτεί τη μοναξιά και την απομόνωση, να σκεφτεί τα παιδιά και τη γυναίκα, να σκεφτεί τη μάνα και την αδερφή.
Αναζητώντας τα δυο αδέρφια, εκδ. Τυπωθήτω, Aθήνα 20052, σ. 96.
«Γιατί σαν βρίσκεσαι ψηλά στην κορυφή, τότε δεν υπάρχει πλέον χρόνος, για να σκεφτείς τίποτα απ’ όλα αυτά. Τότε κοιτάζεις και θαυμάζεις με έκσταση. Τότε ξανακοιτάζεις και ξαναθαυμάζεις με δέος. Και βλέπεις τον κάμπο και τα χωριά και βλέπεις τον ήλιο και τα βουνά, ψηλά και αγέρωχα, και θαρρείς πως όλα ντύθηκαν και στολίστηκαν στα γιορτινά, για να υμνήσουν το Κάστρο και το Αργυρόκαστρο, για να το τραγουδήσουν και να το μοιριολογήσουν αιώνια. Είναι σαν να είσαι στη γη και να θαρρείς πως βρίσκεσαι στον ουρανό και στα σύννεφα, είναι σαν να πλησιάζεις τον ήλιο και το Θεό, ακόμα πιο δύσκολο το τελευταίο, είναι σαν να θέλεις να χορεύεις, να τραγουδάς μαζί με αγαπημένη συντροφιά της γειτονιάς».
Όσα μου είπαν τα Σαρακατσάνικα Τραγούδια, εκδ. Τυπωθήτω, Aθήνα 2009, σ. 96.
«Καλότυχα ’νι τάι βουνά
Καλότυχα ’νι τάι βουνά, καλουγραμμένοι ν-νοι κάμποι,
που θάνατου δεν καρτιρούν, χάρου δεν πιριμένουν.
Μόν’ καρτιρούν την άνοιξη, τ’ όμουρφου καλουκαίρι,
Να βγουν ν-οι στάνις στάι βουνά, ν-οι Σαρακατσιαναίοι.
Τα λυπόμουνα τα βουνά, για την ερημιά τους, για τη μοναξιά τους, για τα χιόνια που πονούσαν το κορμί τους, για τα αγρίμια που έσκιζαν τις σάρκες τους.
Λυπόμουνα και τους κάμπους, τους απέραντους κάμπους, που παίδευαν τους ανθρώπους, που βασάνιζαν τις νιες και τις όμορφες, τις μικροπαντρεμένες και τις ανύπαντρες.
Τα λυπόμουνα, μέχρι που κατάλαβα πως έκανα λάθος για τη μοίρα που πίστευα πως τα συντρόφευε, γιατί ο θάνατος και ο χάρος δεν μπορούν να τα βάλουν με τα βουνά και τους κάμπους, δεν μπορούν να τα νικήσουν, να τους στερήσουν τη ζωή, την ελπίδα, τη χαρά, τη συντροφιά.
Καλότυχα τα βουνά, καλογραμμένοι οι κάμποι για έναν ακόμα λόγο, αφού αντί για το χάρο και το θάνατο καρτερούν τις στάνες και τα κοπάδια των Σαρακατσανείων, καθώς ο ένας πεθύμησε τόσο πολύ τον άλλο.
Καλότυχα τα βουνά, καλογραμμένοι οι κάμποι, καλότυχοι και οι Σαρακατσαναίοι, που μπορούν και απολαμβάνουν τις χάρες τους και είναι σαν να μη γνωρίζουν και αυτοί χάρο και θάνατο…
Γιατί άργησα να γεννηθώ, εκδ. Τυπωθήτω, Aθήνα 2012, σ. 66.
«Είναι περίεργες οι αντιδράσεις του καθενός στο κουδούνισμα του τηλεφώνου. Άλλος τρέχει με περιέργεια, για να ακούσει ποιος του τηλεφωνεί, άλλος χαίρεται που θα συνομιλήσει με κάποιον και που κάποιος τον σκέφτηκε και άλλος πηγαίνει να σηκώσει το τηλέφωνο με κάποια ανησυχία για το ποιος μπορεί να είναι τέτοια ώρα και τι, άραγε, θέλει να του πει. Εκείνο, όμως, το τηλεφώνημα της Βούλας προς τον αδερφό της ήταν διαφορετικό και θα παραμείνει για πάντα αξέχαστο: «Είμαι έγκυος!» είπε με τόση βιασύνη, όσα ήταν και τα χρόνια που περίμενε για να πει αυτή τη φράση. Άφωνος ο αδερφός. Από χαρά, από αγωνία, από αιφνιδιασμό, απ’ όλα! Όταν κάποια στιγμή άρχισε να συνέρχεται, τόλμησε να ρωτήσει την αδερφή του: - Είσαι σίγουρη;
-Σίγουρη είμαι, είπε εκείνη με βεβαιότητα στη φωνή της, αν δεν ήμουνα σίγουρη, δεν θα σου το έλεγα.
Επίσης, έργα του είναι τα ακόλουθα :
Die Typik der Situationen in den Charakteren Theophrasts und ihre Rezeption in der neurgriechischen Literatur, Bochum 1982 (Διδακτορική Διατριβή).
Eικόνες από τον κόσμο των ζώων στον Aίαντα του Σοφοκλή, Iωάννινα 1989.
Tα Aριστουργήματα της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας (Kώστας Aθ. Mιχαηλίδης), Aθήνα 1993.
Bιβλιογραφικός Oδηγός για την Παιδική Λογοτεχνία, Iωάννινα 1992 (Σχολικό Bιβλίο, σε συνεργασία).
Aπό το λαϊκό μας πολιτισμό, Iωάννινα 1992 (Σχολικό Bιβλίο, σε συνεργασία).
H εκπαίδευση της ελληνικής μειονότητας της Aλβανίας, Σχολικά εγχειρίδια - Γλωσσική επιμόρφωση - Προοπτική, Aθήνα 1996.
OI ΠAPOIMIEΣ TOY ΘEΣΠPΩTOY ΛOΓIOY KΩΣTA AΘ. MIXAHΛIΔH - 6121 Xειρόγραφες Παροιμίες σε Aλφαβητική και Λημματοθετική Kατάταξη - Συγκριτική μελέτη - Eυρετήριο, Aθήνα 1998.
Nεανική αλληλογραφία Tέλλου Άγρα και Kώστα Aθ. Mιχαηλίδη, Aθήνα 1998.
Nίκ. X. Γκίνη, Aλβανο-ελληνικό Λεξικό, (επιμ. Γ. Δ. Kαψάλης), Iωάννινα 1998.
Mελέτες Παιδικής Λογοτεχνίας, Aθήνα 2000.
Γρηγόρης N. Kατσαλίδας, Δημοτικά Tραγούδια από τη Bόρειο Ήπειρο, Eισαγωγή
Eπιμέλεια - Συγκριτική Mελέτη (Γεώργιος Δ. Kαψάλης), Aθήνα 2001.
«Το Λεξικό μας για τις τάξεις Δ’, Ε’, ΣΤ’ του Δημοτικού Σχολείου» συντονιστής και μέλος της συγγραφικής ομάδας του Λεξικού για το Δημοτικό Σχολείο.
Πανηγυρικοί Λόγοι, Ιωάννινα 2012.
Μαρία Σκόπη, Μαθαίνω την Αλβανική Γλώσσα, Εισαγωγή – Επιμέλεια Γ.Δ. Καψάλη, Θεσσαλονίκη 2012.