Το οικοσύστημα του Ζαγορίου

Τα αβιοτικά στοιχεία του οικοσυστήματος

Μορφολογία του εδάφους. Αυτή χαρακτηρίζεται από ισχυρά επικλινές έδαφος, στερώντας έτσι την περιοχή από επίπεδες καλλιεργούμενες εκτάσεις. Από την συνολική επιφάνεια του Ζαγορίου μόνο το 3% είναι επίπεδες. Η πλειονότητα (60%) έχουν κλίσεις από 25-50%, ενώ οι απόκρημνες με κλίση πάνω από 50% ξεπερνούν το 15% της συνολικής έκτασης.

Το υψόμετρο. Το 77% των εδαφών βρίσκονται μεταξύ 500-1000 μέτρων, ενώ το 15% μεταξύ 1000 και 1500 μέτρων.

Το κλίμα. Η μέση θερμοκρασία το χειμώνα δεν ξεπερνά στις περισσότερες περιοχές τους 5ο C, ενώ μέση θερμοκρασία πάνω από 15ο C παρατηρείται από τον Μάιο μέχρι και τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο, δηλαδή μόνο για 5 έως 6 μήνες. Ο μέσος όρος των ελαχίστων θερμοκρασιών είναι σταθερά κάτω από τους 0ο C, για τουλάχιστον 6 μήνες (Οκτώβριο έως Μάρτιο).

Οι βροχοπτώσεις ακολουθούν σε γενικές γραμμές τα ποσοστά της Ηπείρου. Οι περισσότερες πέφτουν το χειμώνα σε ποσοστό 40%, ακολουθεί το φθινόπωρο με 27-28%, η άνοιξη με 22,5-25% και το καλοκαίρι με 8-9%. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει, ότι οι καλοκαιρινές βροχές είναι ευεργετικές. Στην πραγματικότητα αυτές δεν είναι αποτέλεσμα νοτίων υγρών ανέμων, όπως οι χειμερινές, αλλά είναι θερμικές καταιγίδες και έχουν τοπικό χαρακτήρα, επομένως και η χρησιμότητά τους είναι μειωμένη έναντι των κανονικών βροχοπτώσεων.

Όσον αφορά το ετήσιο ύψος των βροχοπτώσεων διαφέρει από περιοχή σε περιοχή, λόγω της γεωγραφικής θέσης του Ζαγορίου, αλλά και του ισχυρού ανάγλυφου. Για παράδειγμα το Σκαμνέλι έχει μέσο όρο ετήσιας βροχόπτωσης 1.727 χιλιοστά, ενώ το Πάπιγκο 1.100.

Αυτό που χαρακτηρίζει το Ζαγόρι επίσης, είναι ο μεγάλος αριθμός ημερών χιονιού, ιδιαίτερα των ορεινών κοινοτήτων του, που ο μέσος όρος τους ξεπερνά τις 28 ημέρες.

 

Τα βιοτικά στοιχεία του οικοσυστήματος

Χλωρίδα

Το χαρακτηριστικό του φυσικού οικοσυστήματος είναι η πλούσια βιοποικιλότητα του. Από τα 1100 περίπου είδη της χλωρίδας, που φιλοξενεί η Ήπειρος, τα περισσότερα μπορούν να βρεθούν στο Ζαγόρι. Η περιοχή δε, που φιλοξενεί αναλογικά τα περισσότερα είδη, είναι αυτή της χαράδρας του Βίκου.

Κυρίαρχη θέση στη χλωρίδα του Ζαγορίου στα μεγάλα υψόμετρα κατέχουν τα κωνοφόρα: Abies borisii-regis (έλατο) και Pinus nigra (μαύρη πεύκη), ενώ υπάρχουν αρκετά άτομα Taxus baccata (ήμερος έλατος, ίταμος).

Από τα δένδρα και τους θάμνους ξεχωρίζoυν τα: Fagus sylvatica (οξυά) Carpinus betulus (γαύρος), Ostrya carpinifolia (όστρια), Tiliatomentosa (φιλύρα, τίλιο), Cornus mas (κρανιά), Ilex aquifolium (αρκουδοπούρναρο), Aesculus hippocastaneus (Ιπποκαστανιά), Corylus avellana (φουντουκιά), Juglans regia (καρυδιά), αρκετά είδη βελανιδιάς και πουρναριών όπως τα: Quercus pubescens, Quercus coccifera και Quercus trojiana. Υπάρχουν επίσης τα: Cercis siliquastrum (κουτσουπιά), Arbutus adrachne (κουμαριά), Cotinuscoggygria (χρυσόξυλο), Juniperus oxycedrus (κέδρος), αρκετά σφενδάμια όπως τα: Acer trilobum, Acer obtusatum και Acer pseudoplatanus, Buxus sempervirens (πυξάρι), Fraxinus anguistifolia (φράξος), Sabucus nigra (σαμπούκος, φροξυλιά). Σημαντικά είναι τα άγρια καρποφόρα δένδρα όπως τα: Pyrus amygdaliformis (γκορτσιά), Μalus sylvestris (αγριομηλιά), Prunus avium (αγριοκερασιά).

Στα πιο υγρά μέρη ξεχωρίζουν τα: Platanus orientalis (πλάτανος), Alnusglutinosa (σκλήθρο) και πολλά είδη ιτιάς όπως: Salixalba, Salixeleagnos και Salix purpurea.

Η χλωρίδα του Ζαγορίου περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών όπως τα: Sideritis scardica (τσάι του βουνού), Origanum vulgare (ρίγανη), Melissa officinalis (μελισσοβότανο), Salvia officinalis (φασκόμηλο), Thymus cherlerioides (θυμάρι), Hypericumperforatum (βάλσαμο), Teucrium pollium (αγαποβότανο), Artemisia absinthium (αψιθιά), Mentha piperita (μέντα) και πολλά άλλα.

Όσον αφορά τα αμέτρητα είδη των ποωδών αξίζει να αναζητήσει κανείς κάποια ξεχωριστής ομορφιάς, όπως: Primula vulgaris (πασχαλούθρα), Primula veris (αμάραντος), Geranium macrorrhizum (γεράνι), Lilium martragon και Lilium canditum (αγριοκρίνα), Dianthus sylvestris (αγριογαρύφαλλο), Lathyrus grandiflorus (αγριολαθούρι), Echinops ritro (Εχίνοπας), Myosotis sylvatika (Μη με λησμόνει), πολλά είδη καμπανούλας όπως τα: Campanula versicolor και Campanula persicifoglia, την Malcomia angulifolia (αγριοβιολέτα), Galanthus nivalis (γάλανθος), Cyclamen graecum (κυκλάμινο) και πλήθος άλλων αγριολούλουδων, που προσφέρει το πλούσιο ανάγλυφο του εδάφους και τα ιδιαίτερα μικροκλίματα που διαμορφώνονται.

Ξεχωριστή όμως θέση κατέχουν οι ορχιδέες. Η χλωρίδα του Ζαγορίου θεωρείται από τις πλουσιότερες της Ευρώπης σε αυτή την κατηγορία. Μερικά είδη που μπορεί εύκολα να εντοπιστούν είναι τα: Orchis morio, Himantoglossumhirsicum, Cafalanthera rubra, Dactylorhizamaculata, Orchis spitzelli, Orchis purpurea και Neottia nidus-avis.

Πανίδα

Είναι φυσικό η τόση πλούσια χλωρίδα να προσφέρει ιδανικές συνθήκες για τη διατήρηση μιας εξίσου πλούσιας πανίδας. Η εντομοπανίδα και πτηνοπανίδα είναι μοναδικές, ενώ σε κανένα άλλο μέρος της χώρας μας δεν υπάρχει τόση πληθώρα θηλαστικών. Από το κυρίαρχο είδος της αρκούδας (Ursus arctos), μέχρι τον μικρό μυωξό (Myoxus glis), μεσολαβούν πολλά είδη με πιο γνωστά τα: λύκος (Canis lupus), αλεπού (Vulpes vulpes), αγριόγατα (Felis silvestris), κουνάβι (Martes foina), ασβός (Meles meles), σκίουρος (Sciurus vulgaris), λαγός (Lepus europaeus), νυφίτσα (Mustela nivalis), ζαρκάδι (Capreolus capreolus), ελάφι (Cervus elaphus), αγριογούρουνο (Sus scrofa). Σημαντική είναι η παρουσία του αγριόγιδου (Rupicapra rupicapra balcanica), όπου τα λιγοστά μέλη του πληθυσμού βρίσκουν καταφύγιο στις απόκρημνες πλευρές της Τύμφης. Επίσης έχει αναφερθεί, χωρίς όμως να έχει εξακριβωθεί, η παρουσία του λύγκα (Lynx lynx). Αξίζει δε να αναφερθεί ότι τα περισσότερα από τα παραπάνω είδη προστατεύονται με ειδική νομοθεσία.

Εκτός από την πλούσια βιοποικιλότητα των ειδών υπάρχει μια εξίσου πλούσια βιοποικιλότητα οικοσυστημάτων. Από τις αλπικές περιοχές μέχρι τα παραποτάμια μικρά οικοσυστήματα υπάρχει πλήθος μικρών και πανέμορφων ενδιαιτημάτων ανάμεσα σε χαράδρες, σε δάση οξιάς και βελανιδιάς, πεύκης και έλατου. Αυτή είναι άλλωστε η αιτία, που υπάρχουν τόσα πολλά είδη φυτών και ζώων.

Συμπεράσματα

Το περιβάλλον στο Ζαγόρι είναι μοναδικό από πλευράς γενετικής βιοποικιλότητας, βιοποικιλότητας ειδών και οικοσυστημάτων. Μπορεί ο σημερινός επισκέπτης να θαυμάσει την εκπληκτική ομορφιά του, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένα σκληρό και αφιλόξενο για τον άνθρωπο περιβάλλον. Η έλλειψη καλλιεργήσιμης γης, οι κλιματικές συνθήκες και ο περιορισμένος χρόνος για την ολοκλήρωση των καλλιεργειών, είναι ο βασικοί παράγοντες, που δεν επιτρέπουν στο περιβάλλον του Ζαγορίου να «θρέψει» πολυπληθείς και οργανωμένες κοινωνίες.

Αυτός είναι ο λόγος, που οι Ζαγορίσιοι οδηγήθηκαν σε δύο μεγάλους εξόδους.

Η πρώτη, στο εξωτερικό, που διήρκησε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, ήταν η αιτία της μεγάλης ακμής του. Με το χρήμα, που εισέρεε από την ξενιτιά, δημιουργήθηκε αυτό το υπέροχο ανθρωπογενές περιβάλλον, που διατηρείται μέχρι σήμερα, και διαμόρφωσε τον Ζαγορίσιο πολιτισμό. Η δεύτερη, στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, που ξεκίνησε μετά τον εμφύλιο, ήταν η αιτία της ερήμωσης του.

Το περιβάλλον του όμως είναι και ο μοναδικός πλουτοπαραγωγικός πόρος και είναι αυτό, που μπορεί να δώσει ζωή σε πολλές από τις ερημωμένες κοινότητες του Ζαγορίου. Οι συνθήκες σήμερα είναι ιδανικές, αφού ο άνθρωπος έχει κατανοήσει, ότι η προστασία του περιβάλλοντος και η ύπαρξη τέτοιων περιοχών, συνδέονται άμεσα με τη δική του επιβίωση. Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να «κτιστούν» δραστηριότητες, που να βασίζονται σε αυτό το περιβάλλον και τον πολιτισμό, που το ίδιο καθόρισε.

Προβλήματα

Στα περισσότερα οικοσυστήματα ο κίνδυνος προέρχεται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Στο Ζαγόρι αντίθετα τα μεγαλύτερα προβλήματα δημιουργούνται από την ανθρώπινη απουσία, χωρίς βέβαια να υποβαθμίζονται αλόγιστες ενέργειες, όπως είναι η παράνομη υλοτομία και κυνήγι ή η μεγάλης κλίμακας επεμβάσεις, που αλλοιώνουν τον χαρακτήρα και την ταυτότητα του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος.

Η απουσία όμως ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με την αλλαγή του κλίματος υποβαθμίζει συνεχώς το οικοσύστημα από άποψης βιοποικιλότητας. Τα ξέφωτα που δημιουργούσαν οι καλλιέργειες ή η βόσκηση ζώων, συνεχώς μειώνονται. Αυτά αποτελούν τα πνευμόνια των οικοσυστημάτων και η εξαφάνισή τους όχι μόνο μειώνει τον πλούτο της χλωρίδας, αλλά επιδρά και στη φέρουσα ικανότητα της υπάρχουσας πανίδας. Παράλληλα, αρχίζει και επικρατεί παντού η ελάτη σε βάρος όλων των άλλων δένδρων και το οικοσύστημα τείνει να γίνει μονοειδικό.

Τα προβλήματα αυτά είναι και μια απάντηση σε όσους βλέπουν το οικοσύστημα σαν μουσειακό είδος και τον άνθρωπο σαν ξένο προς αυτό. Αν δε ληφθεί υπόψη και η μετακίνηση της αλπικής ζώνης σε όλο και μεγαλύτερα υψόμετρα, λόγω της κλιματικής αλλαγής, εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς τους κινδύνους της αλλοίωσης της χλωρίδας με τις ανάλογες επιπτώσεις και στην πανίδα της περιοχής.

Γιώργος Καρράς