ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ ΗΡΑΚΛΗΣ (1893 - 1971)

Παρόλο που γεννήθηκε στον Πύργο της Βουλγαρίας, ο πατέρας του Νίκος Αποστόλης, μεγαλέμπορος δημητριακών και κτηματίας, καταγόταν από το Ζαγόρι (Ηλιοχώρι – Ντομπρίνοβο) και η μητέρα του Φωτεινή Κούτσικου από τα Γιάννενα. Αφού τέλειωσε το δημοτικό και το ελληνικό σχολείο στον Πύργο, αποφοίτησε από το Γυμνάσιο στην Ανδριανούπολη. Παράλληλα, έμαθε να μιλά τη βουλγαρική, την παλαιοσλαβική και τη γαλλική γλώσσα. Από νεαρή ηλικία εντρύφησε στην αναρχική ιδεολογία διαβάζοντας τα έργα των Προυντόν, Μπακούνιν, Κροπότκιν, Τολστόι και άλλων. Μάλιστα, όταν μαζί με άλλους Έλληνες και Βούλγαρους γκρέμισε τον ανδριάντα του βασιλιά Φερδινάνδου στην προβλήτα του λιμανιού του Πύργου, συγκρούστηκε σφοδρά με τον πατέρα του και κατέφυγε στην Ανδριανούπολη, όπου φοίτησε στο Γυμνάσιο. Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εξακολούθησε τις σπουδές του στη Σχολή Γλωσσών και Εμπορίου εργαζόμενος ταυτόχρονα ως δημοσιογράφος. Εδώ ήρθε σε επαφή με αρμενικές επαναστατικές οργανώσεις όπως η «Χιντσάκ», συμμετείχε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Τουρκίας και οργάνωσε το συνδικάτο των φορτοεκφορτωτών, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους ήταν Κούρδοι, οδηγώντας τους σε απεργία. Η δράση του, αλλά και δύο άρθρα του στον «Εργάτη» οδήγησαν στην απέλασή του από το τουρκικό κράτος. Έτσι, μετά από ένα σύντομο πέρασμά του από τα Γιάννενα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου φοίτησε για λίγο στο Βαρβάκειο. Σύντομα εγκατέλειψε τις σπουδές και αφιερώθηκε στη δημοσιογραφία. 

Συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Συνδικαλιστικής Οργάνωσης το 1911 και κατόπιν έγινε Γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Εξακολούθησε να υποστηρίζει αναρχοσυνδικαλιστικές απόψεις τις οποίες και προώθησε στο συνδικάτο τροχιοδρομικών. Σύντομα, όμως, αποχώρησε από το κόμμα αυτό, όταν μετατράπηκε σε κομμουνιστικό και δεν αναμείχθηκε ξανά με κόμματα και οργανώσεις. Διετέλεσε, επίσης, αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Ριζοσπάστης», αλλά παραιτήθηκε όταν αυτή έγινε όργανο του Σ.Ε.Κ.Ε. (Κ.Κ.Ε).

Ενδεικτικά των απόψεών του είναι όσα έγραψε ο ίδιος στην εφημερίδα «Άμυνα» στις 21 Αυγούστου 1920: «Παντού υπήρξα αριστερός, συνδικαλιστής, άκαμπτος, αδιάλλακτος, ασυμβίβαστος, στραβόξυλο. Σοσιαλαρχηγός μόνον δεν υπήρξα ποτέ, αλλά, τουναντίον, παντού και πάντοτε εκαλλιέργησα την δυσπιστίαν κατά των διανοουμένων κατεργαρέων, ως μόνην εξασφαλίζουσαν τους εργάτας από πάσης εκμεταλλεύσεως».

Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και υπήρξε συντάκτης στις εφημερίδες «Σκριπ», «Καιροί», «Εσπερινή», «Νέα Ελλάς», «Νέα Ημέρα», «Άστυ», «Ριζοσπάστης», «Πολιτεία», «Καθημερινή», «Βραδινή», «Εφημερίδα των Συντακτών», «Χρονικά της Ελλάδος», «Πρωία». Υπηρέτησε ως Γενικός Γραμματέας της «Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας», Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης, Γενικός διοικητής της Σάμου.

Δημοσίευσε πολυάριθμα άρθρα και μελέτες σε εφημερίδες της εποχής του και υπήρξε σημαντικός δοκιμιογράφος. Συνέταξε σημαντικές ανθολογίες ποίησης και διηγήματος συμβάλλοντας στην πνευματική ζωή της χώρας.

Έργα του είναι :

Ανθολογία (1708 - 1952), ε' έκδοση, Αθήναι, Εκδ. Εστία, 1954.

Συμπληρώματα στην Ανθολογία, Αθήναι, Εκδ. Εστία, 1959.

Το «άλλο» στην ανθολογία, Αθήναι, Εκδ. Αδελφοί Γ. Βλάσση, 1964.

Το διήγημα ανθολογημένο (α' τόμος), Αθήναι, Εκδ. Γ. Ρόδη, 1953.

Το διήγημα ανθολογημένο (β' τόμος), Αθήναι, Εκδ. Κολλάρος, 1954.

Το διήγημα ανθολογημένο (γ' τόμος), Αθήναι 1960.

Ενάριθμα, Αθήνα, Εκδ. Τα Νέα Ελληνικά, 1967.

Υστερόγραφα, Αθήνα, Εκδ. Τα Νέα Ελληνικά, 1968

Τελευταία, Αθήνα, Εκδ. Τα Νέα Ελληνικά, 1969

Από τα «Ενάριθμά» του παραθέτουμε ένα απόσπασμα :

$1—    Όταν δε φοβάσαι το θάνατο, ως κι αυτός σε φοβάται!

$1—    Οι μεγάλοι ηττημένοι της ζωής στάθηκαν το άλας της!

$1—    Πολλοί δε μπαίνουν πουθενά· τρυπώνουν! Δε βγαίνουν από πουθενά· λακκίζουν!

$1—    Αντί τόσο τρέμεις μην κάποτε τραυματιστείς, δε φροντίζεις να γίνεσαι όλο και  πιο  άτρωτος;

$1—    Μην κλαψουρίζεις, μην κλαψουρίζεις! και το μωρό όταν κλαψουρίζει το βαριούνται!

$1—    Ν’ αντιγνωμείς με τον πατέρα ή τον αδερφό σου σπίτι, μα να μένει μεταξύ σας· ν’ αντιγνωμείς με το δάσκαλό σου κατ’ ιδίαν, ή, έστω, στην παράδοση, μα λέξη στον μπαμπάκα, τον διευθυντή, τον επιθεωρητή, τον καφενέ, την εφημερίδα, τη Νεολαία, την Ασφάλεια, το Δικαστήριο! Αλλιώς είσαι κάθαρμα!... Τίποτε το λιγώτερο: Κάθαρμα! και να με θυ­μηθείς: θα το πληρώσεις! θα το πληρώσεις πολύ ακριβά, κάθαρμα!

$1—    Οι περισσότεροι κοιμούνται ορθοί, οι λιγώτεροι ξα­πλωμένοι!

$1—    Παιδί έσπαζες και χαιρόσουν· μεγάλος, κολλάς σπα­σμένα και  καταθλίβεσαι!

$1—    Πρώτα κλείσε το Διάολο στο κατώι, κ’ υστέρα ψά­χνεις, αν θες, για Άγγελο στο ανώι!

$1—    Παρά ανεμοδούρας, κάλλιο μούλαρος!

$1—    Στη ζωή των ανθρώπων θέση γι’ άγιους δεν υπάρχει!

$1—    Όσο βεβαιότερος για το θάνατο, τόσο πιο αδιάφορος για την τραμπάλα της ζωής!

$1—    Λέγε κάποτε : « - Ό,τι κι αν πλερώνεις, σένα εγώ δε σε δουλεύω!... Γιατί συ παραείσαι, κι εγώ δεν κατάντησ’ α­κόμα ως εκεί!...»

$1—    Οι πολλοί σ' όλη τους τη ζωή πορεύτηκαν με μάσκα: τη μάσκα της «βολής» των κι οπωσούν της αρεσκείας των!

$1—    Άλλο να βγάζεις πρώτο πράμα από την έσχατη λε­πτομέρεια κι άλλο να γαντζώνεσ’ απ’ αυτή για να μη σε ρουφήξει ο ρούφουλας της ολομέρειας!»

Βιβλιογραφία

Θεοδώρου Σάββας, Μνήμη Λογίων του Ζαγορίου του αιώνα που πέρασε, Το Ζαγόρι μας, 261 (2000) 11

Κραψίτης Βασίλης, Λόγιοι της Ηπείρου (1430-1912), Τόμος Α’, Αθήνα, 1979, 203 - 204

Μελετόπουλος Μελέτης Η., Ηρακλής Αποστολίδης, Η αναρχία, Νέα Κοινωνιολογία 26 (1998) 93 - 105

Τζιόβας Φρίξος, Κατάλογος Συγγραφέων Περιοχής Ζαγορίου. (Από τον Μεθόδιο Ανθρακίτη έως σήμερα), Γιάννινα, Εκδ. Το Ζαγόρι μας, 1990, 6-7